(εκδ. Πατάκη, 2015) |
Η ιστορική περίοδος του Εθνικού Διχασμού το 1915, είναι η ειδικότητα και το πάθος του σπουδαίου ιστορικού Γ.Θ. Μαυρογορδάτου, οι παραδόσεις του οποίου στο ελληνικό πανεπιστήμιο ήταν από τις πιο ευχάριστες αναμνήσεις μου- από τις πλέον ευγενικές μορφές και με τη σεμνότητα, αλλά και άρτια επιστημονική κατάρτιση που πρέπει να χαρακτηρίζουν έναν πνευματικό άνθρωπο.
Ο Μαυρογορδάτος που έχει μελετήσει τη συγκεκριμένη περίοδο όσο λίγοι προσφέρει μια αρκετά εκτεταμένη και εμβριθή καταγραφή των γεγονότων που συγκλόνισαν το ελληνικό κράτος έναν αιώνα πριν και ο απόηχος των οποίων συνεχιζόταν ως το 1935, για να συνεχιστεί ο Διχασμός με άλλο πρόσημο στη συνέχεια και άλλους πρωταγωνιστές την δεκαετία του 1940. Αν το καλοσκεφθεί κανείς, η ελληνική ιστορία από το 1821 και εξής είναι η ιστορία εθνικών διχασμών ή εμφυλίων πολέμων. Ακόμα και όταν δεν βαρούν τα όπλα, ο διχασμός σε θεμελιώδη ζητήματα είναι υπαρκτός και μπορεί να προσλάβει διάφορες μορφές, ακόμα και μορφές καρικατούρας όπως ήταν το δημοψήφισμα του 2015 που θα μπορούσε να εκληφθεί ως επανάληψη της ιστορίας, έναν αιώνα πριν, αφού το υπέρτατο διακύβευμα ήταν ο στρατηγικός διεθνής προσανατολισμός της χώρας. Ευτυχώς, όμως, που αυτό κατέληξε να είναι μια φάρσα.
Γ.Θ.Μαυρογορδάτος |
Το πρώτο μέρος του βιβλίου ασχολείται με την ιστορική καταγραφή των γεγονότων όπως συνέβησαν. Αφετηρία, το κίνημα του 1909 στο Γουδί, η πρώτη προσπάθεια αστικού εκσυγχρονισμού η οποία καταλήγει στην άνοδο του Βενιζέλου στην εξουσία. Η αφήγηση του Μαυρογορδάτου είναι γλαφυρή, διηγείται τα γεγονότα σαν να γράφει μυθιστόρημα. Περιγράφει τη σύγκρουση Κωνσταντίνου και Βενιζέλου, τα γεγονότα που οδήγησαν στη συγκρότηση της προσωρινής κυβέρνησης, τις διαδοχικές εκλογικές αναμετρήσεις έως τις μοιραίες εκλογές του 1920, τη μικρασιατική καταστροφή και τη δίκη και εκτέλεση των έξι υπαιτίων. Η άποψη του Μαυρογορδάτου είναι πως μόνο ο Βενιζέλος είχε ένα συνεκτικό σχέδιο για την Ελλάδα, σε αντίθεση με τον Κωνσταντίνο και, κυρίως, τους πολιτικούς αντιπάλους του οι οποίοι χαρακτηρίζονταν από την αντίθεση τους και μόνο σε ότι έκανε ο Βενιζέλος. Σημαντική η διαπίστωση που κάνει πως ο Βενιζέλος χαρακτηριζόταν "από έναν ευρωπαϊκό πατριωτισμό"- όσο και αν οι εποχές είναι διαφορετικές, δεν μπορεί κανείς να μην δει παρόμοιες αναφορές στην διχαστική πολιτική που συνέχει ευρύτερες ομάδες και στρώματα του πληθυσμού ακόμα και σήμερα. Οι αντιευρωπαϊκές δυνάμεις εκείνης της εποχής, δηλαδή οι αντιβενιζελικοί, είναι σύμφωνα με το Μαυρογορδάτο, υπεύθυνες για την έκρηξη του εθνικού διχασμού: "Όχι η παραίτηση του Βενιζέλου, αλλά η πρωθυπουργοποίηση του Γούναρη ήταν εκείνο που κατέστησε οριστική και αμετάκλητη την ιστορική σύγκρουση που εύλογα ονομάστηκε "Εθνικός Διχασμός" (σ. 53).
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου αποτελείται από προσπάθειες ερμηνείας των γεγονότων βάσει της πολιτικής και κοινωνικής θεωρίας. Σημαντική είναι η εξήγηση του διχασμού, μεταξύ των άλλων, ως σύγκρουση δύο χαρισματικών προσωπικοτήτων, του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, αν και τα κίνητρα του δεύτερου μπορούν να ανιχνευτούν στη σύνδεση της οικογένειάς του με το γερμανικό μιλιταρισμό και όχι στην ανταπόκριση του στον ρόλο που οι οπαδοί του πίστευαν πως διαδραμάτιζε, αυτόν του συνεχιστή της δυναστείας των Παλαιολόγων. Εξαιρετικές είναι επίσης οι αναλύσεις του Μαυρογορδάτου όσον αφορά την κοινωνική και ταξική διάσταση του διχασμού, αναφέροντας με συγκεκριμένα στοιχεία και ανάλυση των πηγών ποιές συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και τάξεις, αλλά και ποιές εθνικές ομάδες υποστήριζαν την πολιτική Βενιζέλου και των Αντιβενιζελικών. Οι διακριτές αυτές συμμαχίες καθόρισαν και την πολιτική του κράτους τόσο όσον αφορά το ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης και των διεθνών συμμαχιών όσο και της εσωτερικής πολιτικής- το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως ο Βενιζέλος και ο βενιζελισμός παρά τα λάθη ή τις θεσμικές τους αστοχίες είχαν όραμα μεγέθυνσης του έθνους και όραμα αστικού εκσυγχρονισμού των δομών του, ενώ οι αντιβενιζελικοί έμειναν πιστοί στο πρόταγμα της μικρής και φοβικής Ελλάδας, και η ίδια αυτή διάσταση, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές, χαρακτηρίζει και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο Μαυρογορδάτος είναι δίκαιος: "στην περίπτωση του Εθνικού Διχασμού, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι δικαιώθηκε ιστορικά ο Βενιζέλος, και κατ' επέκταση ο Βενιζελισμός". Μεταξύ των πρωταγωνιστών της εποχής εκείνης, αναδείχθηκε αληθινός ο κατ' εξοχήν οραματιστής και χαρισματικός.
Η εργασία του Γ. Μαυρογορδάτου μας κάνει να σκεφθούμε, αυτό νομίζω βγαίνει αβίαστα από τα συμπεράσματα του βιβλίου, για το είδος των συμμαχιών εκείνων που μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα χρειάζεται να συνάψει προκειμένου να βρεθεί με το μέρος της ιστορίας και όχι της μυθολογίας. Ο συγγραφέας προβαίνει στην εισαγωγή σε μια καίρια διαπίστωση: "Μπορούν ακόμη να προβληματιστούν οι σημερινοί αναγνώστες για την αναγκαιότητα συμμάχων και συμμαχιών. Ειδικότερα, για τα ολέθρια αποτελέσματα που έχει η παραγνώριση αυτής της αναγκαιότητας, όπως αποτυπώθηκε τότε στη συνθηματολογία για την μικράν αλλ' έντιμον Ελλάδα και για την αυτοτέλειά της". Με αφορμή αυτή τη σκέψη, δεν μπορώ παρά να σκεφθώ πως ευτυχώς οι χοροί και τα πανηγύρια στο Σύνταγμα το βράδυ του δημοψηφίσματος του 2015 κράτησαν ελάχιστα.
Το δεύτερο μέρος του βιβλίου αποτελείται από προσπάθειες ερμηνείας των γεγονότων βάσει της πολιτικής και κοινωνικής θεωρίας. Σημαντική είναι η εξήγηση του διχασμού, μεταξύ των άλλων, ως σύγκρουση δύο χαρισματικών προσωπικοτήτων, του Βενιζέλου και του Κωνσταντίνου, αν και τα κίνητρα του δεύτερου μπορούν να ανιχνευτούν στη σύνδεση της οικογένειάς του με το γερμανικό μιλιταρισμό και όχι στην ανταπόκριση του στον ρόλο που οι οπαδοί του πίστευαν πως διαδραμάτιζε, αυτόν του συνεχιστή της δυναστείας των Παλαιολόγων. Εξαιρετικές είναι επίσης οι αναλύσεις του Μαυρογορδάτου όσον αφορά την κοινωνική και ταξική διάσταση του διχασμού, αναφέροντας με συγκεκριμένα στοιχεία και ανάλυση των πηγών ποιές συγκεκριμένες κοινωνικές ομάδες και τάξεις, αλλά και ποιές εθνικές ομάδες υποστήριζαν την πολιτική Βενιζέλου και των Αντιβενιζελικών. Οι διακριτές αυτές συμμαχίες καθόρισαν και την πολιτική του κράτους τόσο όσον αφορά το ζήτημα της εθνικής ολοκλήρωσης και των διεθνών συμμαχιών όσο και της εσωτερικής πολιτικής- το συμπέρασμα που βγαίνει είναι πως ο Βενιζέλος και ο βενιζελισμός παρά τα λάθη ή τις θεσμικές τους αστοχίες είχαν όραμα μεγέθυνσης του έθνους και όραμα αστικού εκσυγχρονισμού των δομών του, ενώ οι αντιβενιζελικοί έμειναν πιστοί στο πρόταγμα της μικρής και φοβικής Ελλάδας, και η ίδια αυτή διάσταση, με διαφορετικούς πρωταγωνιστές, χαρακτηρίζει και τη σύγχρονη πραγματικότητα. Ο Μαυρογορδάτος είναι δίκαιος: "στην περίπτωση του Εθνικού Διχασμού, δεν μπορεί να αμφισβητηθεί ότι δικαιώθηκε ιστορικά ο Βενιζέλος, και κατ' επέκταση ο Βενιζελισμός". Μεταξύ των πρωταγωνιστών της εποχής εκείνης, αναδείχθηκε αληθινός ο κατ' εξοχήν οραματιστής και χαρισματικός.
Η εργασία του Γ. Μαυρογορδάτου μας κάνει να σκεφθούμε, αυτό νομίζω βγαίνει αβίαστα από τα συμπεράσματα του βιβλίου, για το είδος των συμμαχιών εκείνων που μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα χρειάζεται να συνάψει προκειμένου να βρεθεί με το μέρος της ιστορίας και όχι της μυθολογίας. Ο συγγραφέας προβαίνει στην εισαγωγή σε μια καίρια διαπίστωση: "Μπορούν ακόμη να προβληματιστούν οι σημερινοί αναγνώστες για την αναγκαιότητα συμμάχων και συμμαχιών. Ειδικότερα, για τα ολέθρια αποτελέσματα που έχει η παραγνώριση αυτής της αναγκαιότητας, όπως αποτυπώθηκε τότε στη συνθηματολογία για την μικράν αλλ' έντιμον Ελλάδα και για την αυτοτέλειά της". Με αφορμή αυτή τη σκέψη, δεν μπορώ παρά να σκεφθώ πως ευτυχώς οι χοροί και τα πανηγύρια στο Σύνταγμα το βράδυ του δημοψηφίσματος του 2015 κράτησαν ελάχιστα.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.