Εκδόσεις Άγρα, μετάφραση Ιωάννα Μεϊτάνη |
Τα βιβλία του
Ζέμπαλντ πρέπει να διαβάζονται αργά, όπως και αργός είναι ο ρυθμός τους. Επίσης
πρέπει να διαβάζονται με κάθε δυνατή συγκέντρωση έτσι ώστε να μην χάνονται οι
εικόνες που ο συγγραφέας ανακαλεί συνεχώς από τη μνήμη, όπου κάθε γεγονός ή
αντικείμενο οδηγεί σε ένα άλλο γεγονός ή κάποιο άλλο αντικείμενο, ατέρμονα,
υπνωτικά, σε ένα σπιράλ αναμνήσεων. Τα διηγήματα σ’ αυτό το βιβλίο
διαδραματίζονται σε διάφορες εποχές στην Ιταλία.
Στο πρώτο με τίτλο «Μπελ ή το
παράξενο γεγονός του έρωτα», ο Ζέμπαλντ ακολουθεί τον Στατντάλ στην περιήγηση
του στην Ιταλία αναζητώντας διάφορους έρωτες.
Το ταξίδι του Σταντάλ στην ουσία
το εκλαμβάνει «ως αναζήτηση μιας γυναίκας η οποία θα ανταποκρινόταν στον
πνευματικό του κόσμο» (σ.29). Το δεύτερο διήγημα με τίτλο “All Estero” περιγράφει ένα ταξίδι του
συγγραφέα από τη Βιέννη στη Βενετία, με χαρακτηριστικό συναίσθημα την
προσπάθεια διατήρησης στη μνήμη του εικόνες που γεννιούνται και σβήνουν
φευγαλέα: «σβήνονταν τα περιγράμματα των εικόνων και πάσχιζα να τα κρατήσω, οι
σκέψεις μου διαλύονταν πριν καλά καλά προφτάσω να τις συλλάβω» (σ. 37). Αυτή η
διαδικασία προκαλεί αίσθημα ιλίγγου, η διατήρηση στη μνήμη εικόνων και η
αποτύπωση τους στο παρόν, δίδεται με την εξής ποιητική εικόνα: «Οι αναμνήσεις
ανέρχονταν, η τουλάχιστον έτσι μου φάνηκε, σε έναν χώρο που βρισκόταν εκτός
μου, ανέβαιναν όλο και ψηλότερα, κι έπειτα από αυτόν τον χώρο όπου
συνωστίζονταν, όταν έφταναν ένα ορισμένο όριο ύψους, χύνονταν μέσα μου σαν το
νερό που ξεχειλίζει από το φράγμα» (σ. 74).
Το τρίτο διήγημα με τίτλο "Το ταξίδι του Δρα. Κ. στα λουτρά της Ρίβα", ακολουθεί τον Φραντς Κάφκα στην περιπλάνησή του στη Βιέννη και κατόπιν ξανά στην Ιταλία, οι εικόνες διαδέχονται η μια την άλλη . Το τελευταίο και μεγαλύτερο του βιβλίου έχει τον τίτλο "Il Ritorno in Patria", μια φαντασμαγορία εικόνων και αναμνήσεων οι οποίες αντί να ξεδιαλύνουν το παρόν δημιουργούν νέες εικόνες και περισσότερες ασάφειες γύρω από την ανασύνθεση του παρελθόντος: "Είχα αρχίσει να συνταιριάζω διάφορα πράγματα στο κεφάλι μου, τα οποία όμως έτσι δεν γίνονταν πιο σαφή, αλλά πιο αινιγματικά. Όσες περισσότερες εικόνες μαζεύω από το παρελθόν, είπα, τόσο πιο απίθανο μου φαίνεται να είχε κυλίσει όντως έτσι το παρελθόν, γιατί δεν υπάρχει τίποτα το κανονικό, αντίθετα, τα περισσότερα είναι γελοία, κι αν δεν είναι γελοία, είναι τρομακτικά" (σ. 174).
Το ταξίδι στο χρόνο και στις εικόνες που αυτός γεννά μέσω των διαδοχικών αναμνήσεων είναι χαρακτηριστικό της γραφής του Ζέμπαλντ, αλλά είναι μια γραφή που δεν οδηγεί πουθενά, μονάχα σε ένα αίσθημα ιλίγγου γύρω από τις άπειρες δυνατότητες των αναμνήσεων να αναπλάθουν εικόνες κι έτσι να δίδεται υπέρμετρη σημασία σε λεπτομέρειες μπας και βρεθεί κάποιο νόημα.
Αλλά το νόημα είναι μόνο η δυνατότητα του αφηγητή να ενθυμείται σκόρπιες λεπτομέρειες που του έκαμαν εντύπωση από το παρελθόν, στα όρια ανάμεσα στο γελοίο, το τρομακτικό, ίσως και το βαρετό θα πρόσθετα, γιατί οι ιστορίες του Ζέμπαλντ, τουλάχιστον σ' αυτό το βιβλίο, μοιάζουν να μην οδηγούν πουθενά, μονάχα στην ονειροπόληση- σαν την τελευταία εικόνα του βιβλίου όπου ο αφηγητής επηρεασμένος από την ανάγνωση κάποιων σελίδων του Ημερολογίου του Πέπυς μεταφέρεται στην εποχή που ξέσπασε η μεγάλη πυρκαγιά του Λονδίνου, χωμένος και χαμένος μέσα στο βιβλίο που διάβαζε, "ώσπου νύσταξα και συλλάβιζα ξανά τις ίδιες αράδες χωρίς να τις καταλαβαίνω" (σ. 212).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου