Εκδόσεις Πόλις,2013, μτφρ: 'Αντζη Σαλταμπάση |
O Χάινριχ Βίνκλερ |
Ο Γερμανός ιστορικός Χάϊνριχ Βίνκλερ γεννήθηκε το 1938 στην πατρίδα του Καντ Κενιξβέργη, και από το 1991 διδάσκει ιστορία στο Πανεπιστήμιο Χούμπολντ του Βερολίνου. Σήμερα είναι ομότιμος καθηγητής. Το βιβλίο του για τη "Δημοκρατία της Βαϊμάρης" στην ουσία αποτελεί το τελευταίο κεφάλαιο από το δίτομο magnum opus του "Ο Μακρύς Δρόμος προς τη Δύση" (Der Lange Weg nach Westens).
H αγγλική μετάφραση του Der Lange Weg nach Westens |
Στο βιβλίο ο Βίνκλερ περιγράφει αναλυτικά και με αρκετές λεπτομέρειες τη βασανιστική πορεία της δημοκρατίας της Βαϊμάρης, δηλαδή από την ήττα της Γερμανίας το 1918, έως την κατάλυση της από το εθνικοσοσιαλιστικό κίνημα του Αδόλφου Χίτλερ το 1933. Είναι μια πολιτική επισκόπηση των ταραγμένων χρόνων της Γερμανίας που σημαδεύτηκαν από την ταπεινωτική συνθήκη των Βερσαλλιών, την αδυναμία των πολιτικών δυνάμεων να συνεννοηθούν μεταξύ τους έχοντας απέναντι τους ενδυναμωμένα τα άκρα, τους κομμουνιστές και τους εθνικοσοσιαλιστές, καθώς και μια βαθιά οικονομική κρίση, συνέπεια των κυρώσεων που επέβαλαν οι νικήτριες δυνάμεις του 1918 και της παγκόσμιας οικονομικής ύφεσης του 1929. To 1918 έτος καμπής στη γερμανική ιστορία, εγκαταλείπεται η μοναρχία, συνέπεια της ήττας στον πόλεμο, και ανακηρύσσεται η δημοκρατία η οποία "αποτελούσε για τους μετριοπαθείς τόσο εγγύηση ειρήνης στο εξωτερικό μέτωπο, όσο και ένα μέσο αποφυγής του εμφυλίου πολέμου" (σ. 11). Οι πρώτες εκλογές υπό το νέο καθεστώς έγιναν το 1919, και το συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει ο Βίνκλερ ήταν πως "οι περισσότεροι Γερμανοί επιθυμούσαν κοινωνικές μεταρρυθρίσεις στο πλαίσιο της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας και όχι πολιτική επανάσταση και ριζική αλλαγή των κοινωνικών δομών" (σ.39). Ωστόσο το σημείο καμπής για την πορεία της νεοσυσταθείσας δημοκρατίας ήταν οι όροι που επιβλήθηκαν στην ηττημένη Γερμανία από τις νικητήτριες δυνάμεις με τη Συνθήκη των Βερσαλλιών, όροι οι οποίοι στέρησαν τη Γερμανία το ένα έβδομο των εδαφών της και το ένα δέκατο του πληθυσμού της, πέρα από τις δυσβάστακτες πολεμικές επανορθώσεις. Οι σκληροί όροι των Βερσαλλιών δεν βοήθησαν στην ιστορική αποτίμηση που όφειλε να κάνει η Γερμανία, ισχυρίζεται ο Βίνκλερ, αλλά αντίθετα καλλιέργησαν δύο μύθους: της ισότιμης ενοχής της Γερμανίας και των υπόλοιπων εμπόλεμων δυνάμεων, και την θεωρία της "πισώπλατης μαχαιριάς" που υπέστη ο ανίκητος γερμανικός στρατός στην πατρίδα. Το άλλο σημαντικό γεγονός που προδιέγραψε τη μοίρα της Γερμανίας ήταν το Σύνταγμα της Βαϊμάρης, όπου ιδαίτερο ρόλο επιφύλασσε στον Πρόεδρο του Ράιχ, παρά τις προειδοποιήσεις που είχαν ακουστεί κατά τη συζήτηση των διατάξεων του Συντάγματος: "Πρέπει να σκεφθούμε σοβαρά το γεγονός ότι μια μέρα θα βρεθεί σ' αυτή τη θέση ένας άλλος πολιτικός από ένα άλλο κόμμα, ενδεχομένως από ένα αντιδραστικό κόμμα με πραξικοπηματικές διαθέσεις". (σ. 61). Είναι σημαντικές οι παρατηρήσεις του Βίνκλερ σχετικά την αδυναμία του νομοθέτη της Βαϊμάρης να προστατέψει το Σύνταγμα και το πολίτευμα από πιθανό σφετεριστή του: "Εκχωρώντας στον πρόεδρο του Ράιχ την εξουσία να αναλαμβάνει τον ρόλο του νομοθέτη σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης, που ήταν αρκετά ασαφείς, η Εθνοσυνέλευση ενίσχυσε τον οπορτουνισμό των κοινοβουλευτικών πλειοψηφιών". (σ. 67). Τέτοια κατάσταση εκτάκτου ανάγκης άρχισε να προκύπτει με το τέλος της κυβέρνησης του Μεγάλου Συνασπισμού του 1928 (Σοσιαλδημοκράτες, Λαϊκοί και Κέντρο), κάτω από το βάρος της οικονομικής κρίσης του 1929, και "η μεταβίβαση της εξουσίας από το κοινοβούλιο στον πρόεδρο ήταν πλέον αναμενόμενη. Η κοινοβουλευτική και εξωκοινοβουλευτική Δεξιά επιθυμούσε αυτή την εξέλιξη για να συντρίψει το κοινωνικό κράτος της Βαϊμάρης" (σ. 223). Σ' αυτό το σημείο ο Βίνκλερ κατηγορεί και την Αριστερά η οποία αποδέχθηκε δίχως να αντιδράσει ουσιαστικά την εγκατάλειψη της κοινοβουλευτικής δημοκρατίας.
Ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναλύσεις γύρω από την εκλογική άνοδο του Εθνικοσοσιαλιστικού Κόμματος. Σύμφωνα με την διατύπωση ενός σοσιαλδημοκράτη κοινωνιολόγου, του Theodor Geiger, αυτή αποτυπώνει τον "πανικό της μεσαίας τάξης". Αλλά δεν ήταν μόνο αυτοί που στήριξαν στην πρώτη φάση τον Χίτλερ, αλλά και εργατικές μάζες, με συνέπεια ήδη από το 1930 το κόμμα των Ναζί να έχει τα χαρακτηριστικά λαϊκού κόμματος.
Διδακτικές είναι οι παρατηρήσεις του Βίνκλερ για τα αίτια που η Γερμανία οδηγήθηκε στην παράδοσή της στον Χίτλερ. Η κατάρρευση της Βαϊμάρης, για τον Γερμανό ιστορικό, βρίσκεται "στην ιστορική καθυστέρηση της πραγμάτωσης της ελευθερίας τον 19ο αιώνα....δηλαδή στον ασύμμετρο πολιτικό εκσυγχρονισμό της Γερμανίας και τον καθυστερημένο εκδημοκρατισμό του συστήματος διακυβέρνησης" (σ. 340) . Ένα ακόμα σημείο που χρήζει ιδιαίτερης προσοχής και στοχασμού, με αναφορές στο σήμερα, είναι ο τρόπος που έβλεπαν οι Γερμανοί το "Ράϊχ" και τι σήμαινε αυτός ο τρόπος για την υπόλοιπη Ευρώπη. Η ιδέα του Ράϊχ ήταν "η ανάμνηση του μεγαλείου του γερμανικού Μεσαίωνα και της αποστολής την οποία είχε αναλάβει τότε η Γερμανία εν ονόματι όλης της χριστιανικής Δύσης: να αποκρούει τους κινδύνους που έρχονταν από την ειδωλολατρική Ανατολή" (σ. 347). Υπήρχε μέσω του Ράϊχ, και ότι αυτό αντιπρόσωπευε, ο πόθος για κυριαρχία της Γερμανίας στην Ευρώπη, καθώς πίστευαν πως "μόνο εκείνοι διέθεταν την οικουμενική εντολή, η οποία τους ανύψωνε πάνω από τα υπόλοιπα έθνη και τα εθνικά κράτη". (σ. 348). Ο τρόπος που επέλεξαν, μέσω του Χίτλερ, κατέληξε στην ολοκληρωτική καταστροφή της Ευρώπης αλλά και των ίδιων. Διαφορετικά όμως απ'ότι συνέβη μετά τον Πρώτο Παγκόσμιο Πόλεμο, ίσως επειδή την ιστορία ανέλαβαν να την γράψουν οι Αμερικανοί και όχι οι Ευρωπαίοι, η Γερμανία εντάχθηκε γρήγορα στην διεθνή κοινότητα και δεν εξουθενώθηκε όπως συνέβη στις Βερσαλλίες. Η ιδέα του Ράϊχ όμως; Αν το 1933-1945 υπήρξε παρένθεση στην ιστορία της Γερμανίας, η αυτοκρατορική ιδέα εξακολουθεί να διαποτίζει και σήμερα την γερμανική πολιτική, όχι πλέον με τα όπλα, αλλά με τη δύναμη της οικονομίας της και τον τρόπο που έχει σμιλέψει την ευρωπαϊκή πολιτική της ζώνης του ευρώ. Αυτή είναι μια δύναμη που στηρίζεται στον ορθολογισμό και την αξιοσύνη του γερμανικού λαού να οικοδομήσει στέρεα θεμέλια στην Ευρώπη. Η Γερμανία είναι αδύνατο να μην έχει ή να μην θέλει να έχει ηγεμονική θέση στην Ευρώπη. Τα επιτεύγματά της αυτό φανερώνουν. Στο μέτρο που δεν υπάρχουν άλλα αντίθετα (ή και αντίζηλα) παραδείγματα, δεν υπάρχει και άλλος δρόμος για την Ελλάδα παρά να ακολουθήσει κι αυτή τον "μακρύ δρόμο προς την Δύση". Ίσως θα έπρεπε να εμπνέει και την Ελλάδα ο αρχικός στίχος του εθνικού ύμνου της πρώην Λαϊκής Δημοκρατίας της Γερμανίας, για ένα νέο ξεκίνημα, σαν κι αυτό που έκανε η Γερμανία (Δυτική και Ανατολική) με τη βοήθεια όλων μετά το 1945: "Auferstanden aus Ruinen" (Αναστημένοι μέσα από τα ερείπια).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου