Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Τρίτη 24 Φεβρουαρίου 2015

Μάικλ Ροθ: Ο ρόλος της θρησκείας στην ιστορία των ιδεών

(Άρθρο του Μάικλ Ροθ, προέδρου του Πανεπιστημίου Γουέσλιαν, που δημοσιεύτηκε πρόσφατα στην Wall Street Journal, μετάφραση: Bookman Old Style).

Michael Roth

Συμβαίνει κάθε χρόνο. Διδάσκοντας το μάθημα μου στη Φιλοσοφική Σχολή, ερώτησα τι είχε στο νου του ένας φιλόσοφος όταν έγραφε για την αθανασία της ψυχής ή τη σωτηρία, και αίφνης οι συνήθως ομιλητικοί φοιτητές μου άρχισαν να κοιτάνε επίμονα τις σημειώσεις τους. Αν τους ρωτούσα για ένα θεολογικό γεγονός σχετικά με την Προτεσταντική Μεταρρύθμιση, έχουν έτοιμη την απάντηση: προκαθορισμός, η πίστη και όχι τα έργα κλπ.
Όταν όμως τους ρωτάω πως γνωρίζει κανείς στην καρδιά του ότι έχει σωθεί, τότε συμβουλεύονται τις σημειώσεις τους. Κοιτούν οπουδήποτε εκτός από μένα, φοβούμενοι πως θα μπορούσα να τους ρωτήσω για το αν αισθάνονται την αγάπη του Θεού ή σχετικά με το αν έχουν μια καρδιά γεμάτη από πίστη. Σ’ αυτό το μάθημα γύρω από την ιστορία του πνεύματος, μιλούμε για την σεξουαλικότητα και την ταυτότητα, τη βία και την επανάσταση, την τέχνη και την χυδαιότητα, και οι φοιτητές είναι πρόθυμοι να επιχειρηματολογήσουν. Όταν όμως έρχεται στο προσκήνιο το ζήτημα του θρησκευτικού συναισθήματος, θα προτιμούσαν ολοφάνερα να συνεχίσω με ένα άλλο θέμα.
Για ποιο λόγο είναι τόσο δύσκολο για τους πολύ έξυπνους φοιτητές μου να κάνουν αυτό το άλμα-όχι το άλμα της πίστης αλλά το άλμα της ιστορικής φαντασίας; Δεν προσπαθώ να φτιάξω από τον καθένα έναν άνθρωπο της πίστης, ωστόσο αυτό που επιθυμώ είναι οι φοιτητές μου να έχουν την αίσθηση του πως οι ιδέες της γνώσης, της πολιτικής και της ηθικής αλληλοεξαρτώνται με αυτές της θρησκευτικής πίστης και λατρείας.
Μέσα από τα διαβάσματα που προτείνω, συχνά ερωτώ για τις χριστιανικές παραδόσεις,  καλώντας τους φοιτητές να ακολουθήσουν αυτούς τους στοχαστές που προσπάθησαν να συνομιλήσουν με τον Ιησού. Αντιλαμβάνομαι  πως είναι αρκετοί εκείνοι οι προπτυχιακοί φοιτητές που είναι χριστιανοί και οι οποίοι είναι σε θέση να αναφερθούν σ’ αυτήν την εμπειρία εντός ενός διαφορετικού πλαισίου. Στο χώρο της τάξης, όμως, αισθάνονται άβολα μ’ αυτή τη συζήτηση. Έτσι λοιπόν συνεχίζω,  αμήχανα,  να κάνω ότι καλύτερο μπορώ: ένας μη θρησκευόμενος Εβραίος να προσπαθεί ώστε οι φοιτητές του να διαισθανθούν τις χριστιανικές ευαισθησίες.
Τα τελευταία χρόνια, έχω και εγώ συνηθίσει περισσότερο με την αμηχανία που προκαλεί η εκκοσμικευμένη σχέση μου με την θρησκευτική πρακτική. Μετά τον θάνατο του πατέρα μου, αναζήτησα κάποιον τόπο όπου θα μπορούσα να ψάλω την Καντίς, την επιμνημόσυνη προσευχή των Εβραίων. Σύμφωνα με την παράδοση, αυτή η προσευχή δεν ψέλνεται κατά μόνας, πρέπει να συμμετέχουν τουλάχιστον δέκα άνθρωποι. Συνάντησα τυχαία μια μικρή, εκλεκτική ομάδα ανθρώπων που συναντιόντουσαν νωρίς τα πρωινά για μια λαϊκή λατρεία (χωρίς την παρουσία ραβίνου). Μπορούσα να ψάλλω την προσευχή μαζί τους, και στη συνέχεια θα συμμετείχα σε κύκλους μελέτης. Για ποιο λόγο ο άθεος προσευχόταν και μελετούσε; Έλεγα στον εαυτό μου: έχει να κάνει με τη συμμετοχή κάπου. Και αυτό ήταν αρκετό.
Οι άνθρωποι με τους οποίους έλεγα την προσευχή μου έγιναν μέρος της ζωής μου. Η προσευχή ήταν σαν τη μελέτη- ή μήπως είναι ακριβώς το αντίθετο; Μελετώντας μαζί τους δε σήμαινε, σκεφτόμουνα,  πως εγκατέλειπα την προσωπική εκκοσμικευμένη κοσμοθεωρία. Μάθαινα για μια παράδοση εντός της οποίας είχα ανατραφεί αλλά είχα αμυδρά αντιληφθεί. Σχεδόν αγνοούσα το ερώτημα περί της πίστεως- η μάθηση ήταν αρκετή για μένα.
Η τάξη είναι ένα άλλο είδος συμμετοχής. Ως ιστορικός, επιθυμώ οι φοιτητές μου να μάθουν συγκεκριμένα πράγματα για τους σημαντικούς σταθμούς και την καθημερινή ζωή στο παρελθόν, θέλω όμως ακόμη να προχωρούν πέρα από τα γεγονότα προσπαθώντας να φανταστούν πώς θα ήταν η ύπαρξη σε έναν συγκεκριμένο χρόνο και τόπο. Επιθυμούσα να συμμετάσχουν με τη φαντασία τους στο παρελθόν, συνειδητοποιώντας συγχρόνως πως αυτή η δημιουργική τέχνη δεν μπορεί να επιτευχθεί στην εντέλεια. Όταν διαβάζουμε μαζί σπουδαία βιβλία, επιθυμώ να μπορούν να κατανοούν για ποιο λόγο ο συγγραφέας έκανε συγκεκριμένες επιλογές, πως υποδέχτηκαν στην αρχή τα επιχειρήματα, και πως σχετίζονται με μας στο παρόν.
Όταν χρησιμοποιούμε την ιστορική φαντασία για μη θρησκευτικά θέματα, αισθανόμαστε άνετα με την πιθανότητα να έχουμε άδικο, πως νέα δεδομένα ίσως μεταβάλλουν την αντίληψη μας. Τα θρησκευτικά θέματα φαίνεται πως εισχωρούν πιο βαθιά, προξενώντας κάποιο φόβο και τρόμο.
Έτσι λοιπόν για ποιο λόγο να μην εμμείνουμε στα δεδομένα και στις χρονολογίες των συμβάντων; Γιατί να μην προσπαθήσουμε απλώς να επισημάνουμε τι είναι ορθό και τι λάθος στα έργα των συγγραφέων που διαβάζουμε; Εξάλλου, δεν είμαστε πλέον σε θέση να γνωρίζουμε για την αλήθεια πολλών από τα πράγματα εκείνα που απλώς τα υπέθεταν; Σήμερα γνωρίζουμε ακόμα ποια τμήματα του εγκεφάλου φωταγωγούνται όταν κάποιος άνθρωπος προσεύχεται- ή υποβάλλει ερωτήσεις για την προσευχή!
Τέτοιου είδους αντιρρήσεις λαμβάνω από εύστροφους, γεμάτους αυτοπεποίθηση φοιτητές, προσπαθώντας να τους διδάξω πως τα ερωτήματα που έθεσαν οι φιλόσοφοι, οι συγγραφείς και οι καλλιτέχνες που μελετάμε δεν έχουν απαντηθεί οριστικά. Η δουλειά μας στην τάξη δεν είναι να φθάσουμε σε κάποια αμετάκλητη ιστορική ή φιλοσοφική αλήθεια για το παρελθόν αλλά να μάθουμε ασκώντας το πνεύμα και την φαντασία μας. Τα βιβλία που διαβάζουμε μαζί εγείρουν ζητήματα που προκαλούν τις πεποιθήσεις μας, δημιουργώντας αμφιβολίες σ’ αυτές τις απόψεις μας που θεωρούμε ως δεδομένες. Τα ερωτήματα σ’ αυτά τα κείμενα δεν βρίσκονται εκεί για να απαντηθούν άπαξ δια παντός αλλά υπάρχουν για να αναμετρηθούμε μαζί τους.
Μελετώντας την Τορά, ξεκινούμε με μια προσευχή που απηχεί την εντολή να αναμετρηθούμε με τα βιβλικά κείμενα. Δίνουμε υπόσχεση στον εαυτό μας όχι να απομνημονεύουμε ή να υπακούμε, αλλά να συνδιαλεχθούμε με αυτά που διαβάζουμε. Αυτό θέλω να προσφέρω στους φοιτητές μου, την ευκαιρία να αναμετρηθούν με τα βασικά ερωτήματα της αγάπης και της δικαιοκρισίας, της δικαιοσύνης και της βίας, της χάριτος και της συγχώρησης. Αυτό που πιστεύουν δεν με αφορά, θέλω όμως να αποκτήσουν αίσθηση του τι σημαίνει να αφομοιωθούν σε εύρωστες παραδόσεις, συμπεριλαμβανομένων και των θρησκευτικών.

Αυτό θα ήταν αρκετό.
Άποψη του Πανεπιστημίου Γουέσλιαν

Δεν υπάρχουν σχόλια: