Η απομυθοποίηση της αριστεράς όταν προέρχεται από αριστερούς που έζησαν τα μεγάλα γεγονότα του 20ου αιώνα αποκτά διαστάσεις υπαρξιακής αναζήτησης, ταπείνωσης απέναντι στο αμείλικτο δικαστήριο της ιστορίας, το οποίο δίκασε και καταδίκασε την εκκοσμικευμένη πολιτική θεολογία του περασμένου αιώνα. Η Άλκη Ζέη
έζησε τα γεγονότα αυτά από πρώτο χέρι, συμμετείχε με τον ενθουσιασμό μιας νεαρής κοπέλας που βρέθηκε στη δίνη της γραφής της ιστορίας, επέλεξε στρατόπεδο (ποιές επιλογές άραγε διαφορετικές να υπήρχαν εκείνη τη στιγμή;) και, όταν ήλθε το πλήρωμα του χρόνου, όταν αποκαλύφθηκε πως πίσω από την αγαθή ιδέα κρυβόταν η εκμετάλλευση που απλώς είχε αλλάξει όνομα, δεν δίστασε να καταγράψει ωμή την αλήθεια όπως την αντιλήφθηκε. Ακριβώς όπως και η σύντροφος του Μπελογιάννη Έλλη Παππά, τούτη τη φορά σε θεωρητικό επίπεδο, η μαρτυρία των αριστερών πολιτών καθιστά την αλήθεια των γραπτών τους περισσότερο οδυνηρή, όχι μονάχα για τους συνοδοιπόρους τους, αλλά και για τις μελλοντικές γενιές που θα εξακολουθήσουν να τρέφονται με πολιτικούς μύθους. Δεν απαρνιέται η Ζέη τη ζωή που έζησε, πώς θα μπορούσε να γίνει αυτό; Την εποχή εκείνη, έπρεπε να επιλεγεί στρατόπεδο πάλης: από τη μια το θηρίο του ναζισμού, από την άλλη το παράδειγμα που κόμιζε στην ιστορία το σοβιετικό πρότυπο και το κομμουνιστικό ιδεώδες. Η νίκη επί του ναζισμού δεν χωρούσε αμφιταλαντεύσεις, η επιλογή στράτευσης τότε, αλλά και αργότερα τον Δεκέμβρη του 44 με τους κατοπινούς ηττημένους ήταν ότι πιο ευγενικό θα μπορούσε να πιστέψει κανείς, ειδικά όταν η γνώση του ήταν περιορισμένη για την αληθινή φύση του κομμουνιστικού συστήματος. Αυτό που αναγνωρίζει όμως κανείς στη Ζέη δεν είναι η ιστορική στράτευση αλλά η μετέπειτα απομυθοποίηση της, όταν μάλιστα μεσολάβησαν και τα γεγονότα του 20ου συνεδρίου του ΚΚΣΕ, αλλά και η άνοιξη της Πράγας, η επιβολή στρατιωτικού καθεστώτος στην Πολωνία κλπ. Είναι βαθιά ανθρώπινες οι στιγμές που περιγράφει η Ζέη όταν αναφέρεται στον θάνατο του Στάλιν αλλά και στην μετέπειτα αποκαθήλωσή του από το τέμπλο των πολιτικών εικονισμάτων, η παρουσίαση του "Αχιλλέα" ως έναν μικρό, κακομοιριασμένο δυνάστη, απλό φερέφωνο άνωθεν κομματικών εντολών, στερημένο από κάθε αισθητική ευαισθησία η οποία ξεφεύγει από τα εγχειρίδια της κομματικής σχολής που σπούδασε. H απομυθοποίηση των ηγετών και των ηγετίσκων όπως του "Αχιλλέα" επιφέρει μεγαλύτερο πόνο διότι καταρρίπτει την θεωρία πως μπορεί να υπάρχει ένας "καλύτερος άνθρωπος" εκτός από έναν "καλύτερο κόσμο". Ο ηθικιστής "Αχιλλέας", το πρότυπο αγωνιστή και ανιδιοτελούς ανθρώπου που ξυπνά μέσα του η μικροαστική καταγωγή του όταν βλέπει μια γυμνή εικόνα που είχε ζωγραφίσει ένας ζωγράφος την "αρραβωνιαστικιά" του και τη σκίζει με μανία, ο "Αχιλλέας" που δεν μπορεί να χαρεί ένα κλασικό έργο της ρώσικης λογοτεχνίας. Είναι πικρή η γεύση της γενιάς αυτής: "Κανείς από τη γενιά μας δεν πρόλαβε. Μας πρόλαβαν άλλα. Πόλεμος, Δεκέμβρης, εμφύλιος, δικτατορία". Η γενιά αυτή είχε λοιπόν δικαιολογία. Η εμμονή όμως στο λάθος, όταν πλέον έχει αποκαλυφθεί η αλήθεια, γίνεται δαιμονική σήμερα. Αυτό δεν έχει μόνο πολιτικές συνέπειες, γίνεται επιπλέον κίνητρο για τη συγγραφή νέας λογοτεχνίας που θα μορφώσει και θα διαμορφώσει τις συνειδήσεις του μέλλοντος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου