Ο W.G. Sebald |
Στο συγκεκριμένο τόμο έχουν συγκεντρωθεί διάφορες συνεντεύξεις που είχε δώσει εν όσω ζούσε ο Ζέμπαλντ καθώς και τρία δοκίμια γύρω από το έργο του. Το πρώτο δοκίμιο φέρει την υπογραφή του Tim Parks και δημοσιεύτηκε στους New York Review of Books to 2010- σύμφωνα με τον Parks "ο κόσμος του Ζέμπαλντ είναι διάχυτος από ένα συνεχές πίσω-μπρος, ανάμεσα στην πιο εξωφρενική ιδιοτροπία και στον πιο ωμό ρεαλισμό". Ακολουθούν τέσσερις συνεντεύξεις που έδωσε στην Eleanor Wachtel (για την Καναδική Ραδιοφωνία το 1997), στην Carole Angier (για την επιθεώρηση The Jewish Quarterly το 1996-97), στον Michael Silverblatt (στον σταθμό KCRW της Καλιφόρνια το 2001) και στον Joseph Cuomo (για το Queens College της Νέας Υόρκης το 2001). Στη συνέχεια παρεμβάλλονται δύο ακόμα δοκίμια, της Ruth Franklin και του Charles Simic, και ολοκληρώνεται με την τελευταία συνέντευξη στον Arthur Lubow (για το Threepenny Review, 2002).
"Η ανάδυση της μνήμης" Εκδόσεις Άγρα, Μετάφραση:Β. Δουβίτσας, Γ. Καλλιφατίδης |
Στις συνεντεύξεις του ο Ζέμπαλντ φωτίζει τον τρόπο δημιουργίας του έργου του προσθέτοντας βιογραφικά στοιχεία που αυξάνουν το ενδιαφέρον για την προσωπικότητά του. Αν και ζούσε για χρόνια μακριά από την Γερμανία δεν επιχείρησε να γράψει σε άλλη γλώσσα εκτός από την μητρική του φέρνοντας για παράδειγμα έναν άλλο διάσημο συμπατριώτη του, τον Ελίας Κανέττι, που κι αυτός χρόνια στην Αγγλία επέμενε να γράφει στα γερμανικά. Μάλιστα ο Ζέμπαλντ τονίζει για τη χώρα του "εξαιτίας της ιδιόρρυθμης ιστορίας της και της άσχημης τροπής που πήρε η ιστορία στον αιώνα μας, ή, για να είμαι πιο ακριβής, από το 1870 και ύστερα, εξαιτίας αυτού, δεν μπορεί κανείς έτσι απλά να την απαρνηθεί και να πει ότι εγώ δεν έχω καμιά σχέση μαζί της. Έχω κληρονομήσει αυτό το σακίδιο και είμαι υποχρεωμένος να το κουβαλάω στην πλάτη μου, είτε μου αρέσει είτε όχι". Γεννήθηκα, μας λέει, σε ένα συγκεκριμένο πλαίσιο, και αυτό δεν του αφήνει άλλη επιλογή.Σημαντικές είναι οι παρατηρήσεις του για διάφορους ομότεχνους του, αναγνωρίζοντας την οφειλή του στον Τόμας Μπέρνχαρντ, στον οποίο προσδίδει έναν νέο ριζοσπαστισμό στην περίοδο της μεταπολεμικής γερμανικής λογοτεχνίας, η οποία "ιδιαίτερα κατά τη δεκαετία του 1950, αλλά και τις δύο επόμενες, είναι έντονα συμβιβασμένη, ηθικά συμβιβασμένη". Αναγνωρίζει την επινόηση μιας νέας αφηγηματικής φόρμας στον Μπέρνχαρντ, και αυτό είναι σημαντικό, μιας και η δική του φόρμα δεν έχει βρει, ακόμα, κάποιο μιμητή στα γερμανικά γράμματα. Όπως γράφει ο Arthur Lubow, στο τελευταίο δοκίμιο-συνέντευξη του βιβλίου "Ο Ζέμπαλντ και ο Προυστ είχαν και ένα επιπλέον κοινό: τη δημιουργία ενός μοναδικού ιδιώματος. Θα μπορούσε κανείς πολύ εύστοχα να πει για τα βιβλία του Ζέμπαλντ αυτό που είχε γράψει κάποτε ο Βάλτερ Μπένγιαμιν για τον Προυστ, δηλαδή ότι "όλα τα μεγάλα λογοτεχνικά έργα είτε δημιουργούν ένα νέο ιδίωμα είτε δίνουν τέλος σε ένα υπάρχον". Ουσιαστικές οι συνεντεύξεις και οι δοκιμιακές αυτές αναφορές, οι οποίες ωστόσο δεν αντικαθιστούν σε καμιά περίπτωση την ενδελεχή αναμέτρηση με το ίδιο το έργο του Ζέμπαλντ και την διαμόρφωση προσωπικής γνώμης γι' αυτό.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου