Αναζήτηση αυτού του ιστολογίου

Κυριακή 27 Μαρτίου 2016

H.G.Wells: Ο πόλεμος των κόσμων

Signet Editions
Σε μια εποχή που η πίστη στις δυνατότητες του ανθρώπου ήταν έκδηλη και αναμφισβήτητη, ο Γουέλς με το σημαντικό αυτό έργο επιστημονικής φαντασίας (1898) έρχεται να προσφέρει ένα δυστοπικό μέλλον αβεβαιότητας και φόβου μπροστά στο άγνωστο, που το ενσαρκώνουν οι Αρειανοί, και τα στοιχεία της φύσης που ακόμα κρύβουν πολλά μυστικά για να εμμένουν στην οίηση οι άνθρωποι.

Ο Γουέλς από τις πρώτες γραμμές του βιβλίου φροντίζει να περιορίσει την αυταρέσκεια των ανθρώπων: "Και προτού τους κρίνουμε πολύ αυστηρά θα πρέπει να θυμηθούμε την ανελέητη και ολοκληρωτική καταστροφή που επέφερε το δικό μας είδος, όχι μόνο στα ζώα όπως τον εξαφανισμένο βίσωνα και το ντόντο, αλλά επί των ανώτερων ειδών". 

Η επίθεση των Αρειανών και η καταστροφή του Λονδίνου αποτελούν ωραιότατες περιγραφές οι οποίες παραμένουν στη μνήμη μας για αρκετό καιρό, κυρίως λόγω της χειρουργικής τους απεικόνισης, αυτό το κρύο και απόλυτα λογικό συνεχές μοτίβο καταστροφής και πανικού που σπέρνεται ανάμεσα στους κατοίκους από την προέλαση τηςη τεχνολογικής υπεροχής των Αρειανών.

Η ανθρωπότητα τούτες τις ώρες της μεγάλης δυστυχίας επικαλείται την κοινή μνήμη της : "Για ποιό λόγο επιτρέπονται αυτά τα πράγματα; Ποιές αμαρτίες διαπράξαμε; Σαν να ήταν όπως στα Σόδομα και τα Γόμορρα!".  Οι αμαρτίες όμως αυτές μπορούν να επουλωθούν ακολουθώντας έναν διαφορετικό δρόμο αυτοσυνείδησης και προσανατολισμού στον κόσμο. Ο τρόπος που εξουδετερώνονται οι Αρειανοί, από τα ασήμαντα βακτήρια των οποίων την δύναμη δεν μπόρεσε να υπερνικήσει το ανοσοποιητικό τους σύστημα, είναι διδακτικός. Ο Γουέλς συνοψίζει την κρίση του με τα εξής λόγια:

 "Φαίνεται πως σύμφωνα με τον μεγάλο σχεδιασμό του σύμπαντος αυτή η εισβολή από τον Άρη δεν συνέβη δίχως να προσφέρει τα ύψιστα ωφέλη για τους ανθρώπους καθώς μας υφάρπαξε αυτήν την ήρεμη εμπιστοσύνη προς το μέλλον, η οποία συνιστά την πλέον καρποφόρα πηγή παρακμής, τα δώρα στην ανθρώπινη επιστήμη που προσέφερε είναι τεράστια, συμβάλλοντας τα μέγιστα στην προώθηση της αντίληψης περί της κοινοπολιτείας της ανθρωπότητας". 

H.G.Wells
Παρά τις ταινίες και τα βιβλία καταστροφής του ανθρωπίνου είδους από εχθρικές δυνάμεις που εμφανίστηκαν μετά την έκδοση του βιβλίου του Γουέλς, ο "Πόλεμος των Κόσμων" διαβάζεται και σήμερα με αρκετό ενδιαφέρον καθώς τα συμβολικά μηνύματα που εμπεριέχει διατηρούν την ισχύ τους. Ο Γουέλς δεν είναι απλώς ένας συγγραφέας επιστημονικής φαντασίας αλλά ένας φιλόσοφος του πολιτισμού. Με την φαντασία του ο Γουέλς προέβλεψε το μέλλον του ανθρώπου αν αφεθεί ανεξέλεγκτα στη λογική της κατατροφικής του δύναμης, όπως απέδειξε ο 20ος αιώνας με τις ανείπωτες εκδηλώσεις βίας και θανάτου, επισημαίνοντας όχι μονάχα την ηθική πλευρά του προβλήματος, αν και έδειξε μια οδό διαφυγής απ' αυτά, αλλά και τις βιολογικές συνέπειες των αχαλίνωτων πολιτικών φιλοδοξιών- από τις μεγάλες πανδημίες ως τις τοπικές επιδημίες ο δρόμος δεν είναι μακρύς σύμφωνα με τις προφητείες του Γουέλς.  Σε κάθε περίπτωση, οφείλουμε να μελετούμε με μεγάλη σοβαρότητα του έργο του Γουέλς και να επανερχόμαστε σ' αυτό για διδακτικούς, και όχι μόνο, λόγους.

Πέμπτη 24 Μαρτίου 2016

Ιουλία Ιατρίδη: Τα πέτρινα λιοντάρια

Εκδόσεις Εστία (2013)
Απολαυστική η γραφή και η αναγνωστική εμπειρία που προσφέρει η ξεχασμένη σήμερα Ιουλία Ιατρίδη (1914-1996), η οποία έκανε αρκετές μεταφράσεις ισπανόφωνων κλασσικών συγγραφέων τη δεκαετία του 60 και του 70. Τα "Πέτρινα Λιοντάρια" κυκλοφόρησαν το 1964 ενώ έγινε και τηλεοπτική σειρά τη δεκαετία του 80. 

Η Πανώρια Φωκιανού είναι ένα κορίτσι που σώζεται από τη μικρασιατική καταστροφή και πολύ μικρό , δίχως γονείς, φθάνει στην Αθήνα μόνη με μοναδική επιλογή που έχει την επιβίωση. Η Ιατρίδη παρακολουθεί την ηρωίδα της η οποία εργάζεται ως εσωτερική βοηθός σε διάφορα αθηναϊκά σπίτια και γνωρίζεται με διαφορετικούς ανθρώπους την ψυχοσύνθεση των οποίων προσπαθεί να καταλάβει. Υπάρχει ένα ελάττωμα όμως: η Πανώρια δεν ακούει καλά, είναι "κουφάλογο" αλλά τούτη η αναπηρία της είναι το μικρότερο ελάττωμα και εμπόδιο που έχει προκειμένου να επικοινωνήσει με τους γύρω της. 

Αν και δεν έχει καμιά μόρφωση και δεν μπορεί να κατανοήσει έτσι τι σημαίνουν τα κοσμοϊστορικά γεγονότα που θα ζήσει (πόλεμος, εμφύλιος, οικονομική και κοινωνική εξαθλίωση), εντούτοις έχει μια σπάνια διαίσθηση να διακρίνει το καλό από το κακό. Ακόμα και όταν τίθεται θέμα άμεσης επιβίωσης και πρέπει να επιλέξει το κακό (όπως της έλεγε ο τελευταίος της, και πιο γραμματιζούμενος, εργοδότης της), δεν το κάνει διότι μέσα της μιλά ο ηθικός νόμος, ο νόμος που είναι εγγεγραμμένος στη φύση των ανθρώπων και ενεργοποιείται με την προσωπική βούληση. Η Πανώρια αν και θα βρεθεί πολλές φορές σε δύσκολη θέση από την κακότητα των ανθρώπων, που είναι αυτοί με τους οποίους μοιράζεται την ίδια στέγη δουλεύοντας στην υπηρεσία τους, δεν θα υποκύψει σε κάθε είδους πειρασμό διατηρώντας μια, σχεδόν υπερφυσική για τις μέρες μας, αγνότητα.

Ιουλία Ιατρίδη
Η αγνότητα της καρδιάς της φθάνει έως την άρνηση, τελικά, αυτού που ποθούσε περισσότερο προκειμένου να διατηρήσει την αγνότητα των προθέσεων της, κι έτσι τα "πέτρινα λιοντάρια" που θα μπορούσε να είναι σύμβολο επιδεικτικού πλούτου, γίνονται σύμβολο της προσωπικής της αξιοπρέπειας, της μη υποταγής της στο κακό: "έτσι σώθηκαν. Απόμειναν άθικτα, θρονιασμένα μέσα μου, ν' αναβαστούν την καρδιά μου".


Πανώρια Φωκιανού- μια από τις πιο ελκυστικές γυναικείες μορφές της νεοελληνικής λογοτεχνίας η οποία δεν χάνει την ψυχή, και τη λογική της παρά την ύπαρξη του "γυάλινου τοίχου" που τη χώριζε από τους ανθρώπους. Μία εξαιρετική αφήγηση.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ο αποτυχημένος Ντον Ντελίλο στο "Κοσμόπολις".

Σκεφτόμουν να πάω στην διάλεξη του Ντον Ντελίλο στην Αθήνα για ν΄ακούσω έναν συγγραφέα που, όπως λένε, είναι από τους σημαντικότερους της εποχής μας. Αλλά σκεφτόμουν, έπειτα, πως δεν είχα ακόμα διαβάσει κάποιο βιβλίο του.

Στο υπόγειο του σπιτιού, μέσα σε μια κούτα, ανακάλυψα ένα αντίτυπο του "Κοσμόπολις" στα αγγλικά και δοθείσης ευκαιρίας άφησα κατά μέρος το αναγνωστικό μου πρόγραμμα για ν' ασχοληθώ μ' αυτό το βιβλίο και ν' αποκτήσω μια κάποια γνώση του Αμερικάνου συγγραφέα.

Νομίζω, μετά το πέρας της ανάγνωσης, πως ο Ντελίλο είναι υπερτιμημένος και δεν αξίζει να του δώσω μια δεύτερη ευκαιρία, ειδικά όταν δεν έχω διαβάσει ακόμα τα άπαντα της Μέριλιν Ρόμπινσον, της σημαντικότερης εν ζωή Αμερικανίδας συγγραφέως.  Αργότερα ίσως αναθεωρήσω και διαβάσω ξανά κάτι από τον Ντελίλο, αλλά από την άλλη ξέροντας πως ο χρόνος μας είναι πεπερασμένος και πολύτιμος, θα τον ξεχάσω οριστικά, και δεν πιστεύω πως θα χάσω κάτι ως αναγνώστης- έκανα λάθος που ξεκίνησα μ' αυτό το βιβλίο την περιπλάνηση στον κόσμο του Ντελίλο; 

Η "Κοσμόπολις" είναι το βιβλίο μιας μέρας του Απριλίου του έτους 2000 όπου περιγράφεται με άφθονες άχρηστες λεπτομέρειες και κοινότυπες φιλοσοφικές και κοινωνιολογικές αναλύσεις η βαρετή ζωή του Έρικ Πάκερ, ενός εκατομμυριούχου ο οποίος περνά τον χρόνο του μπροστά σε οθόνες κοιτάζοντας διάφορους οικονομικούς δείκτες, χρηματιστήρια, μετοχές, τιμές νομισμάτων. Ο Ντελίλο χρησιμοποιεί μια τραχιά γλώσσα για να καταδείξει την επιφανειακότητα του κεντρικού του ήρωα, πετάγοντας που και που κάποια φιλοσοφική φλυαρία που δεν λέει τίποτα, λχ "οι άνθρωποι τρώνε και κοιμούνται στη σκιά των όσων πράττουμε. Αλλά την ίδια στιγμή, τι;" ή προβαίνει σε διάφορες διαπιστώσεις γύρω από τη σχέση τεχνολογίας-οικονομίας-κοινωνίας με αναφορές στην αποξένωση του ανθρώπου από την φύση , τον εαυτό του ή τον άλλο. Κάπου κάπου χτυπά και τον καπιταλισμό με επιχειρήματα που θυμίζουν τις αναλύσεις της Ναόμι Κλάϊν, όπως για την καταστρεπτική φύση του ή τον ολοκληρωτισμό της αγοραίας κουλτούρας. Προσπαθώντας να δημιουργήσει έναν αντιήρωα, ο Ντελίλο καταφεύγει στην κοινωνιολογική κριτική, αναφομοίωτη κατά τη γνώμη μου, διότι οι περσόνες του είναι χάρτινες και μονοδιάστατες- εκτός αν αυτός ήταν ο στόχος του. Αλλά γιατί δεν έγραφε τότε μια φιλοσοφική πραγματεία; Αλλά και το alter ego του αντιήρωα, ο σαλεμένος επίδοξος δολοφόνος του Μπένο Λέβιν δεν πάει πίσω σε μηδενισμό και φιλοσοφία εν συγχύσει, καθώς επιδιώκει να εξηγήσει τα κίνητρα του με έναν αχταρμά κακοχωνεμένου υπαρξισμού, κοινωνικού (ταξικού;) μίσους και παιδαριωδών αιτιολογήσεων, όπως λχ "'έχεις τα πάντα για τα οποία μπορείς να ζήσεις ή να πεθάνεις. Δεν έχω τίποτα, κανένα απ' αυτά. Αυτός είναι ένας ακόμα λόγος για να σε σκοτώσω".

Ο Ντελίλο αποτυγχάνει σε όλα τα επίπεδα. Η γραφή του είναι στακάτη, απελπιστικά σύγχρονη, σε πολλά σημεία δημοσιογραφική. Δημιουργεί μονάχα εντυπώσεις μέσω πυροτεχνημάτων λεκτικών που αντί για λάμψη προκαλούν θόρυβο περισσότερο. Δεν μπορείς να ταυτιστείς με κανέναν ήρωα, δεν υπάρχουν πρότυπα ούτε ηθικά κίνητρα που διέπουν τις πράξεις των ηρώων του, ο κόσμος του δεν είναι απλώς σκοτεινός, μηδενιστικός, είναι και χάρτινος, μονοκόμματος, μια διανοητική γραφή που διέπεται από κακοχωνεμένους στοχασμούς και σκέψεις γύρω από την κακή πλευρά του καπιταλισμού και της τεχνικής που κυριαρχεί στη σύγχρονη οικονομία. Επίσης δεν υπάρχει ιστορία, υπάρχει μόνο μια συρραφή στιγμών και εικόνων στο χάος μιας μεγαλούπολης, ασύνδετες μεταξύ τους.

Η σύχγρονη αμερικάνικη λογοτεχνία έχει να προσφέρει σημαντικότερες αναγνωστικές στιγμές και πάντως, ανάμεσα σ' αυτές, δεν είναι ούτε ο Ντον Ντελίλο ούτε ο Τόμας Πύντσον. Οι θιασώτες κάθε περιττής (δήθεν) πρωτοπορίας ή μετα-νεωτερικότητας μπορούν να αυτοθαυμάζονται, αλλά η   κενότητα και η έλλειψη αφηγηματικής ικανότητας δεν μπορούν να κρυφτούν.


Κυριακή 20 Μαρτίου 2016

John Dickson Carr: Ο ασώματος άνθρωπος

Εκδόσεις Τόπος (2008) Μτφρ: Ν. Γαλανόπουλος
Το 1935 κυκλοφόρησε αυτό το εμβληματικό αστυνομικό μυθιστόρημα γρίφων του Τζων Ντίκσον Καρ, και έκτοτε συνεχίζει να βασανίζει τους αναγνώστες με την δαιδαλώδη του πλοκή και την εντελώς απίθανη ευρηματική λύση, η οποία ωστόσο μοιάζει λογική σύμφωνα με τα δεδομένα που φρόντισε ο συγγραφέας να σου παρουσιάσει.

Ο Ντίκσον Καρ ανήκει σε μια ξεχασμένη εποχή αστυνομικών συγγραφέων όπου δεν είχε γι' αυτούς τόσο μεγάλη σημασία η κοινωνική απεικόνιση του εγκλήματος ή η ψυχολογία του δράστη, ή η εστίαση του φακού στην ιδιαίτερη μορφή του ντετέκτιβ. Εδώ έχουμε να κάνουμε με το παιχνίδι ενός παζλ, χιλιάδες κομμάτια ανακατεμένα αναζητούν τον ιδιοφυή εκείνο νου που θα τα βάλει στη σωστή τους θέση για να εμφανιστεί η αληθινή εικόνα που κρύβεται πίσω από το χάος. Τον ρόλο αυτό στον "Ασώματο Άνθρωπο" (The Hollow Man) αναλαμβάνει ο λεξικογράφος δρ. Γεδεών Φελ. Δεν είναι ο κεντρικός ήρωας με τον οποίο μπορείς να ταυτιστείς- οι υπέμετρες νοητικές του ικανότητες σε συνθλίβουν. Αισθάνεσαι, όταν αρχίζει να αναπτύσσει τη λύση του γρίφου, πως είσαι ένας διανοητικά καθυστερημένος, νιώθεις την ταπείνωση αλλά παράλληλα και τον θαυμασμό για το πως κατορθώνει να συνθέσει έναν κόσμο μέσα από το χάος των δεδομένων.

Το μυθιστόρημα ανήκει στο είδος εκείνο των αστυνομικών ιστοριών που ασχολούνται με υποθέσεις που διαδραματίζονται σε κλειστά δωμάτια. Πρόκειται για ένα είδος αστυνομικής ταχυδακτυλουργίας. Πώς είναι δυνατό να συνέβη το έγκλημα, ή μάλλον πως διέφυγε ο δράστης από έναν κλειστό χώρο.  Ο Γεδεών Φελ προτού φθάσει στη λύση αναπτύσσει ενώπιον μας μια ολόκληρη διατριβή, μια σειρά εναλλακτικών προσεγγίσεων γι' αυτό το είδος των εγκλημάτων σε κλειστούς χώρους και προτείνει τρόπους αντιμετώπισής τους. Και όχι μόνο αυτό, αλλά μας χαρίζει και μια καταγραφή των σημαντικότερων έργων άλλων αστυνομικών συγγραφέων που επιχείρησαν να ανασυνθέσουν παρόμοιους γρίφους στην ιστορία της αστυνομικής λογοτεχνίας. Μέσα δηλαδή στον "Ασώματο Άνθρωπο" δεν έχουμε μόνο μια πλοκή αλλά και μια επιστημονική έρευνα, ταυτόχρονα, πάνω στο είδος της συγκεκριμένης εγκληματικής συμπεριφοράς και παράθεση προτεινόμενων λύσεων. 

John Dickson Carr
Ο αναγνώστης θα προσπαθήσει μέσα από τα στοιχεία που προσκομίζει ο συγγραφέας να ανακαλύψει κι αυτός με τη σειρά του την πραγματική αλληλουχία των γεγονότων και να φανερώσει τον δράστη των εγκλημάτων. Δεν θα τα καταφέρει. Ο Γεδέων Φελ ανατρέπει κάθε λογική παραδοχή για να καταλήξει στη μόνη δυνατή και λογική λύση ανατρέποντας τους ευσεβείς πόθους του αναγνώστη που απλώς μένει να τον παρακολουθεί ενεός, σαν να έβλεπε έναν μεγάλο καλλιτέχνη να διευθύνει ένα πολυσήμαντο συμφωνικό έργο. 

"Θέλεις να δεις τον δολοφόνο που κυνηγούσες όλες αυτές τις μέρες;" λέει ο Γεδεών Φελ απευθυνόμενος στον επόπτη Χάντλι, αλλά εμμέσως σε καθέναν από μας. Και τότε αρχίζει να ξετυλίγει αργά αλλά βασανιστικά τον μίτο της δικιάς μας ταπείνωσης μπροστά στο απρόσμενο της αλήθειας.


Σάββατο 12 Μαρτίου 2016

Mary Elizabeth Braddon: Το μυστικό της Λαίδης Ώντλεϋ

Εκδόσεις Wordsworth (2007)
Η Mary Elizabeth Braddon ανήκει ως συγγραφέας στη μεγάλη εκείνη περίοδο της παγκόσμιας λογοτεχνίας που δημιούργησε υπερβολικά πολλά αριστουργήματα- ανήκει στην εποχή της βικτωριανής Αγγλίας όπου οι συνθήκες μιας κοινωνίας εν τω γίγνεσθαι παρήγαγε σπουδαία λογοτεχνικά κείμενα. 

Είναι το πρώτο κείμενο της συγκεκριμένης συγγραφέως που διάβασα και θα της έδινα άνετα και δεύτερη και τρίτη ευκαιρία αν ήξερα πως δεν υπήρχαν τα άλλα μεγάλα "τέρατα" της εποχής αυτής των οποίων, ακόμα, δεν έχω διαβάσει το σύνολο του έργου τους. Πάντως, το "Μυστικό της Λαίδης 'Ωντλεϋ" θεωρείται το magnum opus της Braddon, και ας καλύψουμε τα κενά μας όσον αφορά αυτή την συγγραφέα απ' αυτό το βιβλίο.


Το 1860 ο ανυπέρβλητος Ουίλκι Κόλλινς δημοσιεύει τη "Γυναίκα με τα Άσπρα" και το έργο της Braddon εκδίδεται δύο χρόνια μετά. Καθόλου συμπτωματική δεν είναι αυτή η χρονική σειρά καθώς και μέσα στο μυθιστόρημα εμμέσως αλλά σαφώς η Braddon αναγνωρίζει την οφειλή της στον Αλέξανδρο Δουμά (προφανώς έχει υπόψη της τον "Κόμη Μοντεχρήστο") και τον Ουίλκι Κόλλινς. Ανήκει λοιπόν το είδος που διακονεί σ' αυτό που οι Άγγλοι κριτικοί αποκαλούν "Sensation Fiction" το οποίο ως χαρακτηριστικά έχει την ακραία χρησιμοποίηση ρεαλιστικών αλλά και ρομαντικών στοιχείων, ενώ είναι σαφείς και οι επιρροές από το γοτθικό είδος μυθιστορήματος. Το είδος αυτό ήκμασε κυρίως στη Βικτωριανή Περίοδο όπου το αναγνωστικό κοινό έλκονταν από συνταρακτικά γεγονότα όπως σκανδαλώδεις μοιχείες, ειδεχθή εγκλήματα, νοσηρές ηθικές καταστάσεις. 

Το μυθιστόρημα της Braddon είναι κατάφορτο απ' αυτά τα τυπικά γνωρίσματα του Sensation Fiction καθώς και από τη λεπτομερή περιγραφή των ψυχικών καταστάσεων των χαρακτήρων της καθώς και του εξωτερικού κόσμου, της φύσης, η οποία ζωγραφίζεται με ανάλογα της ψυχικής διάθεσης των ηρώων της χρώματα. Ο σημερινός βιαστικός αναγνώστης οφείλει να οπλιστεί με αρκετή υπομονή για να διαβάσει και ν' απολαύσει ένα μυθιστόρημα αυτής της εποχής καθώς δεν προσφέρεται για εκπλήξεις ή επιφανειακά τρικ, αλλά για μια αργή μεν αλλά λογοτεχνικά άρτια αποτίμηση της ηθικής συμπεριφοράς των προσώπων όπου αναγνωρίζεται η πρωτοκαθεδρία του αγαθού έναντι του κακού.

M.E.Braddon
Το μυστικό της Λαίδης Ώντλεϋ αποκαλύπτεται αρκετά βαθιά μέσα στο κείμενο, ο αναγνώστης όμως το έχει ήδη υποψιαστεί από τις πρώτες περιγραφές. Μια όμορφη, αλλά τίποτα περισσότερο απ' αυτό γυναίκα, που ως επιδίωξη έχει μια άνετη ζωή μέσα στα λούσα, ανακαλύπτει στο πρόσωπο του Σερ Μάικλ Ώντλεϋ τον άνδρα εκείνο που θα της προσφέρει την άνετη αυτή ζωή της χλιδής και της καλοπέρασης. Για να επιτύχει όμως τον σκοπό της πρέπει να κρύψει το παρελθόν της, έναν άλλο σύζυγο και ένα παιδί. H Braddon σκιαγραφεί μια από τις πλέον επιτυχημένες "κακές" ηρωίδες της λογοτεχνίας, και είναι αρκετά ενδιαφέρουσα η διαπίστωση που κάνει μια γυναίκα συγγραφέας να κατηγορεί το γυναικείο φύλο για τη μοχθηρότητα του, μέσα από τα λόγια του βασικού άρρενος πρωταγωνιστή, του Ρόμπερτ Ώντλεϋ, ανιψιού του δεύτερου συζύγου της, ο οποίος στο πρόσωπο της θυμάται "όλα τα αποκρουστικά πράγματα που πραγματοποιήθηκαν από γυναίκες, από την ημέρα εκείνη που η Εύα δημιουργήθηκε για να γίνει η σύντροφος του Αδάμ και η συνοδοιπόρος του στον Κήπο της Εδέμ".  Βέβαια αυτή η μοχθηρότητα εξισορροπείται τελικά από την σχέση του με την Κλάρα Ταλμπόϊς, την αδελφή του αγαπημένου του φίλου Τζωρτζ και πρώτου συζύγου της Λαίδης Ώντλεϋ, αλλά μέχρι να φθάσουμε στην αγαθή τους ένωση διαπνεόμαστε και μεις από αγανάκτηση για την κακουργία της Λαίδης Ώντλεϋ.

Δεν υπάρχουν όμως ελαφρυντικά για τη δράση της, δεν ενσταλάζει έστω λίγο οίκτο γι' αυτή στις καρδιές μας η Braddon; Προφανώς την εποχή εκείνη δύο μόνο θα μπορούσαν να είναι οι επιλογές που είχε μια τέτοια μορφή ενώπιον της: είτε την κρεμάλα είτε το κλείσιμο σ' ένα τρελάδικο. Η Braddon επιλέγει την δεύτερη λύση, αν και η προσφυγή στην κληρονομική προδιάθεση για "τρέλα" την οποία επικαλείται η Λαίδη Ώντλεϋ δεν γίνεται αποδεκτή ούτε από τον ειδικό ιατρό που την εξετάζει, ωστόσο ο εγκλεισμός της στο ίδρυμα γίνεται γιατί έπρεπε να αποδοθεί δικαιοσύνη κάποιου είδους εφόσον, τελικά, το πραχθέν έγκλημα της ίσως δεν επέφερε την θανατική καταδίκη αν κρινόταν από κάποιο δικαστήριο. Αυτή όμως είναι η μυθιστορηματική λύση που επέλεξε η Braddon για να δικαιώσει, στο τέλος, το αγαθό κριτήριο και να καταδικάσει την ηρωίδα της στον αργό θάνατο της συνείδησης μέσα στο ψυχιατρικό ίδρυμα.

Η σκηνή όπου η Λαίδη Ώντλεϋ σπρώχνει τον Τζωρτζ στο πηγάδι
Το τέλος είναι αυτό που κάποιος θα χαρακτήριζε ως happy end, με την έννοια ότι αποκαθίσταται η ηθική τάξη του κόσμου- ένα τέτοιο κριτήριο είναι ικανό να με πείσει να διαβάσω ένα πολυσέλιδο μυθιστόρημα μιας άλλης εποχής από τη δικιά μας όπου δυστυχώς έχουν ξεθωριάσει αυτές οι αρχές. Από τα άξια λόγου, επίσης, στοιχεία αναφοράς για το βιβλίο είναι η αδελφική σχέση φιλίας που διέπει τον Τζωρτζ Τάλμποϊς και τον Ρόμπερτ Ώντλεϊ, που στην ουσία αποτελεί το κίνητρο του δεύτερου για να ξεσκεπάσει το μυστήριο της εξαφάνισης του πρώτου. Οι μορφές που ζωγραφίζει η Braddon, τόσο οι αγαθές όσο και οι κακές, μένουν έντονα στη μνήμη μας και μετά το πέρας της ανάγνωσης του βιβλίου και αυτό συνιστά μια συγγραφέα άξια αναφοράς.

Άξιο βιβλικής υποσημείωσης είναι και το τέλος της διήγησης: "Ελπίζω πως ουδείς θα εναντιωθεί στην εξιστόρησή μου διότι στο τέλος της μένουν όλοι οι καλοί άνθρωποι  ευτυχισμένοι και εν ειρήνη".

Καταστατική θέση για κάθε έργο τέχνης.

Πέμπτη 10 Μαρτίου 2016

Άγγελος Τερζάκης: Απρίλης

Εκδόσεις Εστία (7η έκδοση, 2006)
Στον υιό του αφιέρωσε τα μικρά αυτά διηγήματα ο Άγγελος Τερζάκης όπως διαβάζουμε στον "Πρόλογο" που γράφτηκε το 1945. Πρόκειται για μια συλλογή που αποτελείται από διηγήματα που αναφέρονται στην ιδιαίτερη πατρίδα του συγγραφέα, το Ναύπλιο, καθώς και αναμνήσεις από τον πόλεμο του 40. 

Είναι οι αναμνήσεις από την παιδική και την εφηβική ηλικία του συγγραφέα που δίνουν τον νοσταλγικό τόνο σε ένα Ναύπλιο που μοιάζει μυθικό μέσα από μάτια του Τερζάκη που αναπολεί χαμένες στιγμές. 

Αρκετό ενδιαφέρον παρουσιάζουν οι αναμνήσεις του συγγραφέα όταν πια έρχεται φοιτητής στην Αθήνα και καταγράφει τις κατηγορίες του φοιτητόκοσμου την εποχή εκείνη:

"Είτανε πρώτα η πολυάριθμη, πληχτική κατηγορία της πρέφας: μυριάδες χαραμοφάηδες από το κέντρο κι' από τις επαρχίες, από χωριά, συνοικισμούς, συνοικίες, που σέρνονταν ολημερίς στους καφενέδες, βροντούσαν αντάμικα τα τάβλια, κόβανε τις τράπουλες, φυλλομετρούσαν τις εφημερίδες, φουμάρανε, φτύνανε, χασμουριόνταν, πολιτικολογούσαν,πορεύονταν αργόσχολα στη ζωή, δίχως σκοπό, στριφογυρίζοντας βαριεστημένα στο δάχτυλο μιαν αλυσίδα". 

Κατόπιν έρχεται η "κατηγορία της καθέδρας", αποτελούμενη από τους γόνους μεγαλοαστικών οικογενειών "με μιε τσάντα πέτσινη στο χέρι, πρόσωπο φρεσκοξυρισμένο, γλαφυρό, ύφος βαρυσήμαντο". Αυτοί είχαν το μέλλον τους έτοιμο στρωμένο, κληρονομικώ δικαίω". Και υπήρχε και η τρίτη κατηγορία, "παιδιά μικροαστικών ή λαϊκών κατά το πλείστο σπιτιών" που όλοι, με τα πενιχρά μέσα που είχαν, διάβαζαν πολύ όχι μόνο την επιστήμη τους, αλλά και τη φιλοσοφία και την κοινωνιολογία "σε φυλλάδες προσιτές στην τσέπη τους, κακοτυπωμένες, κακομεταφρασμένες, εκλαϊκευτικές, γιατί κύριο χαρακτηριστικό τους ήταν ο ζήλος. Δίψα άγρια, παθολογική για τη Γνώση, την Έρευνα, για κάποιο φως". Αλλά ενώ η κατηγορία της "καθέδρας' λόγω της οικονομικής της άνεσης, και όχι λόγω των πνευματικών της προσόντων , θα έφευγε στο εξωτερικό, αυτή της "φυλλάδας", όπως λέει ο Τερζάκης ποιητικά, "θ' απόμενε στο χείλος του μουράγιου, που δεν μπόρεσε να το δρασκελίσει. Θάσκυβε ύστερα το κεφάλι της και θα στύλωνε τα μάτια στο λιπαρό νερό του λιμανιού, κάνοντας όνειρα θολά, αρρωστημένα, της απελπισίας και του πυρετού".


Ο Τερζάκης δεν κρύβει πως μέσα σ' αυτόν τον κόσμο της "φυλλάδας" ανδρώθηκε πνευματικά κι αυτός. Με συγκίνηση γράφει στο υιό του αυτές τις αναμνήσεις, το πως μυήθηκε στον κόσμο της γνώσης, όταν σύχναζε σε κάποιο "αναρχούμενο φιλολογικό καφενέ" και κάποιος τότε τον επέπληξε λέγοντάς του: "Έχεις διαβάσει Κνουτ Χάμσον; Έχεις διαβάσει Γκόρκι, Τσέχωφ, Ντοστογιέφκι;"

Και σαν νέα κατηγορική προστακτική του διαμήνυσε: "Διάβασε!"

Για τα λόγια αυτά, αξίζει το βιβλίο αυτό να διαβαστεί ξανά σήμερα ως μια προτροπή για πνευματική σοβαρότητα.

Τρίτη 8 Μαρτίου 2016

Ο Παναγιώτης Κονδύλης για τους Έλληνες φοιητητές του εξωτερικού

Έγραφε σε επιστολή του, το 1971 από τη Γερμανία, ο Παναγιώτης Κονδύλης για τους Έλληνες φοιτητές που ήταν εκεί:


«Υπάρχουν κάπου 100 Έλληνες στο εδώ Πανεπιστήμιο , ελάχιστοι όμως διαβάζουν ή έχουν κάποιο σοβαρό ενδιαφέρον».

Έβλεπε αυτά που θα πληρώναμε ποικιλοτρόπως αργότερα.

Κυριακή 6 Μαρτίου 2016

Μ. Καραγάτσης: Νυχτερινή Ιστορία

Εκδόσεις Εστία (2007)
Πέντε διηγήματα περιλαμβάνει αυτή η συλλογή του Μ. Καραγάτση, ενός από τους δύο, κατά τη γνώμη μου, μεγαλύτερους μυθιστοριογράφους του 20ου αιώνα (ο άλλος είναι ο Τάσος Αθανασιάδης) που έγραψαν στην ελληνική γλώσσα. 

Η διαπίστωση μου είναι πως ο μυθιστοριογράφος Καραγάτσης είναι πιο ταλαντούχος από τον διηγηματογράφο, αν και σ' αυτά ακόμη τα διηγήματα υπάρχει η απαισιόδοξη έως μηδενιστική του φιλοσοφία που κυριαρχεί στο βασικό του έργο. 

Όμως δεν απογειώνεται όπως το κάνει στις μεγάλες του συνθέσεις, μοιάζουν στυφές, αλλά ίσως και να το επιθυμούσε έτσι. Κοινός τόπος όλων των διηγημάτων είναι το ανθρώπινο ανεκπλήρωτο που είτε θα έχει τη μορφή ερωτικής απογοήτευσης και προδοσίας, είτε καλλιτεχνικής απογοήτευσης, όπως το τελευταίο και σημαντικότερο διήγημα της συλλογής "Λειτουργία σε λα ύφεσις". Δεν περιμένεις εκπλήξεις ή τεχνάσματα στα έργα του Καραγάτση, αλλά αποτύπωση της ανθρώπινης σκληρότητας, σκληροκαρδίας και απελπισίας- σε όσο το δυνατό μεγαλύτερες δόσεις, τότε είναι ο αληθινός Καραγάτσης. 

Στο ομώνυμο διήγημα σπαράσσει η καρδιά για το πεθαμένο μωράκι, αλλά υπάρχει ένας τόνος αισιοδοξίας. Ποιός; Ο πρώιμος θάνατός του: "Όλοι κοίταξαν την ελάχιστη σάρκα. Το δύστυχο ανθρωπάκι που γλίτωσε απ' τους καημούς της ζωής, πριν προφτάση ν' ανασάνη τον αέρα αυτού του κόσμου". Το σκότωσε μια κακούργα μητέρα, καρπός ενός έρωτα παράνομου. Ο Καραγάτσης δείχνει να το συμπονά στηλιτεύοντας τα όσα βλέπει γύρω του: "του άξιζε λίγη ευωδιά στον άλλον κόσμο, αφού από αυτόν δεν γνώρισε παρά τη βρώμα της ανθρώπινης κοπριάς, που έγινε σάβανό του". Δυνατές καραγατσικές εκφράσεις.

Στη "Ρεστία", το πιο αδύναμο κομμάτι του βιβλίου, ένας φημισμένος ψυχίατρος αναπολεί την ηδονική ζωή της νιότης του, αλλά μια νεαρή ύπαρξη τον αναστατώνει με την παρουσία της γιατί του θυμίζει κάποια αποτυχημένη σχέση του.

Στο διήγημα "Οργή" υπάρχει το ερωτικό τρίγωνο του γερο-ναυάρχου με την Λίνα, μητέρα εν ενεργεία αξιωματικού ο οποίος εμπλέκεται σε ένα θαλάσσιο δυστύχημα. Η κορύφωση του δράματος επιφυλάσσει μια δυσάρεστη έκπληξη στον ναύαρχο που καίγεται από το ερωτικό πάθος, ένας ανεκπλήρωτος έρωτας που καταλήγει σε τραγωδία. Είναι οι συνθήκες για ακόμη μια φορά που οδηγούν τα πράγματα στα άκρα και το ζωικό πάθος μένει άσβηστο.

Το "Από τη ζωή του Μιχάλη Ρούση", ένα διήγημα αφιερωμένο στον Άγγελο Τερζάκη, περιγράφονται εικόνες από τη ζωή του υιού Μιχάλη Ρούση που μεγαλώνει με ερωτήματα γύρω από την θέση του στον κόσμο- αδύναμο δομικά κι αυτό, δεν πείθει για την προσπάθεια του Μιχάλη "να οργανώσει σε θρησκεία την πρόκληση του ατόμου ενάντια στο παν". Αυτή ήταν η φιλοδοξία του συγγραφέα αλλά ήθελε περισσότερη δουλειά από μέρους του για να πείσει.

Ανώτερο όλων δομικά και με συγκινητικές κορυφώσεις το τελευταίο διήγημα του βιβλίου "Λειτουργία σε λα ύφεσις", όπου αναλύεται όχι μόνο ο πόνος και ο τόκος της καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά και οι σχέσεις πατέρα-υιού με αφορμή την τέχνη και τη δημιουργία. Το διφορούμενο τέλος, η στιγμή που ο πατέρας παραδίδει την ψυχή του ακούγοντας κάποια μελωδία από το πιάνο (τη δική του μουσική, τη μουσική κάποιου άλλου;) είναι από τις ευτυχέστερες στιγμές του Καραγάτση σ' αυτή τη σειρά των διηγημάτων που μας αφήνει να μαντέψουμε και να ονειρευτούμε.

Παντελής Πρεβελάκης: Ο Άγγελος στο Πηγάδι

Εκδόσεις Εστία (1998)
Στην αρχή ήθελα να παρατήσω το βιβλίο, τη μικρή αυτή νουβέλα του Πρεβελάκη καθώς με ξένιζε η γλώσσα της και το ιδιότυπο ιδίωμα της, αλλά επέμενα και καλά έκανα, γιατί η νουβέλα "Ο Άγγελος στο Πηγάδι" είναι ένα πραγματικό κομψοτέχνημα με νοήματα και συμβολισμούς- αξίζει ο χρόνος που αφιερώνει κανείς στην ανάγνωσή του.

Ο δόκιμος μοναχός πρώην δάσκαλος Λουκάς αναζητά την προσωπική του σωτηρία σ' ένα κρητικό μοναστήρι αφού προηγουμένως ,στην κοσμική του ζωή, βίωσε δύο προσωπικές τραγωδίες: την εγκατάλειψη και απιστία της αρραβωνιαστικιάς του και μάλιστα με τον πατέρα του, και τη συμμετοχή του στην εκστρατεία στη Μικρασία όπου εκεί "μια αόμματη δύναμη του στέρησε το αυτεξούσιο του και τον έριξε ν' αδικεί σε ξένο τόπο". Ο δόκιμος μοναχός Λουκάς πασχίζει να βρει την λύτρωση και ν' ακολουθήσει οδό μετανοίας, αλλά το απόθεμα αγάπης που είχε μέσα του και δεν βρήκε δικαίωση στην κοσμική ζωή ανάμεσα στους ανθρώπους θα βρει εδώ στο πρόσωπο ενός νεογέννητου πουλαριού το οποίο ο ίδιος ξεγεννά και φροντίζει τις πρώτες μέρες συνεπαρμένος από το θαύμα της ζωής και της συντροφικότητας που ανακαλύπτει στην παρουσία ενός αλόγου ζώου το οποίο στα δικά του μάτια ομοιάζει με κατάλευκο άγγελο. 

Η αίσθηση της δια Χριστόν σαλότητας που αναδύει το διήγημα του Πρεβελάκη δεν πρέπει να μας ξεγελάσει: κινούμενος μεταξύ των ορίων που θέτει η ασκητική μορφή ενός αγίου σαν τον Φραγκίσκο της Ασσίζης και την επιδίωξη της σωτηρίας μιας μορφής σαν τον Αλιόσα Καραμαζόβ, ο δόκιμος μοναχός Λουκάς τεντώνει τα όρια της αγάπης ως τα σύνορα της τρέλας. Διωγμένος από την κοινωνία των ανθρώπων, αποσυνάγωγος στο ίδιο το μοναστήρι δεχόμενος το επικριτικό βλέμμα του ηγουμένου του, ο Λουκάς φροντίζει και περιθάλπει το πουλάρι του ως έσχατο κριτήριο της σωτηρίας του: "Δεν είπαν τις βουλές του Κυρίου ανεξερεύνητες; Ένας νεκρός μου διδαξε τη συγγνώμη και την αγάπη, κι ένα πουλάρι μ' έκανε ικανό να καταλαβαίνω το Ευαγγέλιο". Τούτη την μαρτυρία δεν την ανέχεται η κρίση του ηγουμένου ο οποίος αποφαίνεται ex cathedra : "Θεολόγος δεν είμαι, αλλά οι κατά Χριστόν σαλοί ήταν άγιοι κι όχι βλαμμένοι".

Παντελής Πρεβελάκης
Ο δόκιμος μοναχός Λουκάς του Παντελή Πρεβελάκη είναι μια από τις πιο ξεχωριστές φιγούρες της νεοελληνικής λογοτεχνίας. Θεωρώ συνοδευτικό, αυτό το διήγημα, των μεγάλων και ξακουστών σελίδων που έγραψε ο Ντοστογιέφσκι, αντάξιο συμπλήρωμα τους. Μ' ένα συνταρακτικό τέλος αφήνει όλα τα ενδεχόμενα ανοικτά για το μέλλον του δόκιμου μοναχού, αφού προηγουμένως μας ταξίδεψε στα ακριτικά όρια της αγάπης ή της τρέλας. 

"Να ελπίσει στην ανάσταση ή να παραδεχτεί το θάνατο για την οριστική καταδίκη του"; Είναι ένα ερώτημα στο οποίο ανάλογα με την απάντηση που επιλέγει κανείς, ανασύρει από την βιβλιοθήκη του και διαβάζει είτε το τέλος της "Καρδιάς του Σκότους" του Κόνραντ, είτε τις τελευταίες σελίδες των "Αδελφών Καραμαζόβ" του Ντοστογιέφσκι. Η επιλογή παραμένει ανοιχτή ως το τέλος του κόσμου.